X

Σαρακατσάνικα Παντρέματα : Σαρακατσάνικος Γάμος

Ο γάμος πάντα αποτελούσε και αποτελεί χαρούμενο γεγονός στην παράδοσή μας, ευκαιρία για γλέντι αλλά και  ευκαιρία για ανταμώματα νέων ανθρώπων που θα οδηγήσουν και σε άλλους γάμους. Στις μέρες μας δεν έχει πάψει να συμβαίνει αυτό αν και δεν υπάρχει όμως ζωντανό το παραδοσιακό στοιχείο, το οποίο θα περιγράψουμε σε αυτό το άρθρο για τους γάμους στη Θράκη και την Ανατολική Μακεδονία.

Σαρακατσάνικος Γάμος – photo via costadaki.blogspot.gr   

Όλα είχαν τη σημασία τους και τα έθιμα ήταν προσαρμοσμένα στις ανάγκες και την κουλτούρα των ανθρώπων εκείνης της εποχής. Οι περισσότεροι γάμοι τότε γίνονταν με συνοικέσιο (προξενιό) μεταξύ σαρακατσαναίων κυρίως και τον γαμπρό ή τη νύφη διάλεγε συνήθως ο πατέρας και σπανιότερα η μητέρα ή κάποιος άλλος συγγενής. Η γυναίκα δεν είχε δικαίωμα γνώμης σε καμία περίπτωση, σε αντίθεση με τον άνδρα που θα μπορούσε να φέρει και κάποια αντίρρηση, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι θα άλλαζαν τα σχέδια του πατέρα. Τα παιδιά μιας οικογένειας και ιδιαίτερα τα κορίτσια παντρεύονταν με αυστηρή σειρά προτεραιότητας βάσει της ηλικίας. Οι μεγαλύτεροι πρώτοι. Όταν λοιπόν  αποφάσιζε η οικογένεια ότι ένα  συνοικέσιο ήταν καλό, τότε δίνανε λόγο και σε λίγο καιρό γινόταν και ο αρραβώνας, όπου δινόταν η υπόσχεση μεταξύ των γονέων, χωρίς την παρουσία των μελλόνυμφων, ότι θα επακολουθήσει γάμος και αντάλλασσαν μαντήλια. Αν διαλυόταν, πράγμα σπάνιο, ήταν προσβολή για όλο το σόι.

Η προίκα δεν είναι διαδεδομένο έθιμο σε αυτόν τον τόπο και σπάνια δίνεται, αν υπάρχει μεγάλη περιουσία. Πολύ σύντομα ακολουθεί ο γάμος ο οποίος ανακοινώνεται την  προηγούμενη εβδομάδα μόλις λίγες μέρες πριν, οπότε γίνεται το κάλεσμα προφορικά όλου του χωριού, με κουφέτα που μοίραζαν από πόρτα σε πόρτα. Εκεί και πάλι προφορικά ανακοινώνεται και ποιος παντρεύεται με ποια και από ποιο σόι είναι ο καθένας και ειδικά η νύφη, αν κατάγεται και από διπλανό χωριό.

Την Παρασκευή πριν το γάμο άρχιζε και η προετοιμασία για το ζύμωμα των κουλούρων του γαμπρού και των συμπεθέρων, που ήταν καθόλα παραδοσιακή και ακολουθούνταν τελετουργικό που συμμετείχαν γέροντες, γυναίκες και παιδιά. Σε όλη τη διάρκεια του κοσκινίσματος λέγανε τραγούδια για την περίσταση και πετούσαν κέρματα στο κόσκινο, ενώ στη συνέχεια κουφέτα. Κατά τη διάρκεια του ζυμώματος λέγανε τραγούδια που έχουν  γραφτεί για αυτή ακριβώς τη στιγμή, ενώ ο χορός δεν αργούσε να ξεκινήσει. Με το προζύμι που είχαν φτιάξει, αλείφονταν οι γέροντες και εύχονταν για τους μελλόνυμφους να ζήσουν, ενώ στη συνέχεια έφτιαχναν τις κουλούρες, τις οποίες διακοσμούσαν με όμορφα σχέδια και τέλος έβαζαν μέσα σε κεντητά υφάσματα και δαντέλες.

Στο σπίτι της νύφης γινόταν μια παρόμοια τελετή καθώς έφτιαχναν κι εκεί κουλούρες το Σαββάτο το πρωί. Το σπίτι του γαμπρού ετοίμαζε και αυτό που ονόμαζαν φλάμπουρα, ένα ξύλο που σχημάτιζε σταυρό στο τελείωμά του, ντυμένο με δαντελωτά και έχοντας στις άκρες του σταυρού τρία μήλα, αλλά και κουδούνια για να ακούγεται όταν τον κουνάνε. Για το ράψιμο του φλάμπουρα πρωτοστατούσε ο μπράτιμος, ο αδερφός ή κάποιος κοντινός συγγενής του γαμπρού δηλαδή και του τραγουδούσαν ανάλογα τραγούδια που είχαν εμπνευστεί για την περίσταση. Τον φλάμπουρα τον κρεμούσαν  δεξιά στην πόρτα του σπιτιού.

Την Παρασκευή το βράδυ έρχονταν οι συμπέθεροι πάνω σε άλογα ή πεζοί και παραδοσιακά ντυμένοι με φουστανέλες οι άντρες και κεντημένες φορεσιές οι γυναίκες και όλοι μαζί γλεντούσαν με ψητά και κρασί στο σπίτι του γαμπρού, λέγοντας τραγούδια παραδοσιακά πριν το γάμο. Στο σπίτι της νύφης δεν γινόταν γλέντι. Το άλλο πρωί ξεκινούσε ο γαμπρός ντυμένος με τη φουστανέλα του και αφού φιλούσε το χέρι του πατέρα του ανέβαινε στο άλογό του, να πάει με συνοδεία συγγενείς και φίλους σε άλογα ή και πεζούς για το σπίτι της νύφης. Το έθιμο ήταν να του περνάει ένα ζωνάρι ο πατέρας του, να του βάζουν τρεις βελόνες στο γιλέκο του για φυλαχτό και να πατήσει ένα σίδερο πριν ξεκινήσει για καλοτυχία και δύναμη. Σε όλο το δρόμο έλεγαν παραδοσιακά τραγούδια του γάμου.

Κοντά στο σπίτι της νύφης σταματούσαν, έριχναν τρεις τουφεκιές για να δηλώσουν ότι έφτασαν και άρχιζαν τον χορό. Μια ομάδα νέων ανδρών με αρχηγό τον πατέρα του γαμπρού, οι λεγόμενοι σχαριάτες,  καβάλα στα καλύτερα άλογα έφταναν πρώτοι στο σπίτι της νύφης λέγοντας τραγούδια. Στη συνέχεια οι συμπέθεροι έπιναν ο ένας κρασί από το ποτήρι του άλλου και έκαναν ευχές στην πόρτα του σπιτιού. Όταν μπαίνανε στο σπίτι συνεχίζανε τα τραγούδια ενώ ακολουθούσε η ανταλλαγή των κουλούρων και η νύφη κρέμαγε από ένα άσπρο μαντήλι στους σχαριάτες που θα τους χαρακτήριζε σε όλη τη διάρκεια του γάμου. Αφού τους κερνούσαν ένα ποτό επέστρεφαν στον γαμπρό και έλεγαν πόσο τους είχαν περιποιηθεί στο σπίτι της νύφης.

Μετά από αυτό ξεκινούσαν όλοι πια, και πάλι τραγουδώντας, για το σπίτι της νύφης όπου θα άρχιζε και πάλι το γλέντι με χορό, φαγητό και ποτό. Τον γαμπρό περίμενε ένα πιάτο μέλι. Το πρωί της Κυριακής λοιπόν σηκώνονταν όλοι νωρίς και ξεκίναγαν τα τραγούδια, μιας και η ώρα έφτανε για το γάμο. Οι γυναίκες και τα κορίτσια χτενίζανε και ντύνανε τη νύφη με την καλύτερη και ομορφότερη φορεσιά της  και τη στόλιζαν με λουλούδια, χρυσαφικά και σειρές φλουριά, χωρίς να σταματάνε να τραγουδούν παραδοσιακά.  Ο αδερφός του γαμπρού φόραγε στη νύφη τα καινούργια παπούτσια αφού πριν έβαζε κρασί σε αυτά, το γυρνούσε τρεις φορές από το ένα στο άλλο και πίνανε και οι δύο. Ταυτόχρονα ντύνονταν και ο γαμπρός.

Μετά από όλα αυτά, πήγαιναν έξω από το σπίτι της νύφης όπου στήνανε πάλι τον χορό ενώ ο γαμπρός τράβαγε με το μικρό του δαχτυλάκι τη νύφη έξω από το σπίτι της, την ανέβαζε στο άλογο, που ήταν στολισμένο κι αυτό και επέστρεφαν για το σπίτι του, πάλι τραγουδώντας. Όταν φτάνανε τα πεθερικά τάζανε δώρα πρόβατα και άλογα για να κατεβεί η νύφη και όταν κατέβαινε πάταγε κι αυτή σε ένα σίδερο πρώτα για να μπει μετά στο σπίτι. Εκεί βρισκόταν ο παπάς και έκανε το στεφάνωμα, με στέφανα από αγιόκλημα, με την ανάλογη ευλάβεια, αφού δεν μπορούσαν εκείνα τα χρόνια να βρεθούν στην εκκλησία.

Αργότερα βέβαια όλα γίνονταν όπως έπρεπε στην εκκλησία. Όλο το βράδυ και την άλλη μέρα συνεχιζόταν το γλέντι με χορό, φαγητό και ποτό και φυσικά πολύ τραγούδι. Ο γαμπρός και η νύφη πήγαιναν στα τραπέζια και  χαιρετούσαν όλο τον κόσμο, ενώ στη νύφη καρφιτσώνανε συνήθως χαρτονομίσματα. Μετά το φαγητό, έδειχναν την προίκα της νύφης, τα φουστάνια της, τα σεντόνια και όλα τα άλλα απαραίτητα για το στρώσιμο του σπιτιού, ενώ στο τέλος έσπαγαν την κουλούρα και τη μοίραζαν στον κόσμο. Την επόμενη μέρα Τρίτη πια, όλοι χαιρετιόντουσαν μιας και ο γάμος είχε τελειώσει επιτέλους και γύριζαν στα σπίτια τους αφήνοντας το ζευγάρι να συνηθίσει τον έγγαμο βίο.

Η συντακτική ομάδα του Τέλειος Γάμος

Related Post